Σωματικές επιπτώσεις της γλώσσας

Εισαγωγικό σημείωμα 

Alexandre STEVENS

Η γλώσσα, η ομιλία, ο λόγος έχουν επιπτώσεις πάνω στο σώμα.  Αυτό είναι βασικό στοιχείο του ίδιου του συμπτώματος, που προσβάλλει το σώμα και «εκφράζει κάτι δομημένο ως γλώσσα».[1] Ο Λακάν επαναλαμβάνει αυτή την έκφραση στο Λειτουργία και Πεδίο: «το σύμπτωμα ανάγεται εξ ολοκλήρου σε μια γλωσσική ανάλυση, επειδή είναι το ίδιο δομημένο σαν γλώσσα, επειδή είναι γλώσσα που ο λόγος τον οποίο φέρει πρέπει να απελευθερωθεί».[2] 

Οι επιπτώσεις της γλώσσας πάνω στο σώμα αρθρώνονται διαχρονικά στη διδασκαλία του Λακάν σύμφωνα με παραλλαγές που απλώνονται από τη σημαίνουσα απονέκρωση, στην κλασική φάση της διδασκαλίας του, μέχρι το επίπτωση απόλαυσης του χτυπήματος του σημαίνοντος πάνω στο σώμα, στον τελευταίο Λακάν.

Πριν τον Λόγο της Ρώμης

Στα κείμενα του Λακάν που προηγούνται του λόγου της Ρώμης, δεν είναι η σημασία  η εξαγόμενη από τη γλώσσα που διακυβεύεται μέσα στη σχέση με το σώμα, αλλά υπάρχει μια ικανοποίηση που συνδέεται με τη συγκρότηση της ενότητας του σώματος μέσα στην εικόνα του, όπως το αναπτύσσει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ στη Λακανική Βιολογία:[3] «Η ικανοποίηση του σταδίου του καθρέφτη έχει να κάνει με την ταύτιση του υποκειμένου, το οποίο εδώ νοείται ως πρωταρχική οργανική σύγχυση, με αυτό που θα ονομάσω πλήρη σωματική εικόνα».[4] Πρέπει λοιπόν να θεωρήσουμε ότι το υποκείμενο είναι «προσβεβλημένο από δύο ασύμβατα σώματα»,[5] που είναι, πρώτον, ο οργανισμός ως πραγματικό και, δεύτερον, το σώμα όπως νοείται μέσα στην ενότητά του ως εικόνας. Το σώμα στην πρώτη του παρουσία, ως καθαρός οργανισμός, ως πραγματικό, είναι κατακερματισμένο, και είναι μέσω της εικόνας που καθίσταται  Ένα, αλλά ένα Ένα, συνεπώς, τελείως φαντασιακό. Η μόνη σημασία εδώ είναι εκείνη μιας συμβολικής επάρκειας που ανάγεται στη φαντασιακή ταύτιση, και η οποία παράγει όμως μια ικανοποίηση υπό τη μορφή της αγαλλίασης του μικρού παιδιού μπροστά στον καθρέφτη.[6] Η παραγόμενη μέσω της εικόνας ικανοποίηση υπερισχύει της σημασίας της ενότητας, η οποία παραμένει τελείως φαντασιακή.

Το σώμα του σημαίνοντος

Ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ υπογραμμίζει ότι «η πρώτη επίπτωση του δομισμού του Λακάν, δηλαδή της προτεραιότητας που δίνεται στη σημασία έναντι της ικανοποίησης, είναι ότι σχετίζονται  οι ενορμήσεις ζωής με το φαντασιακό, ενώ η ενόρμηση θανάτου  αποδίδεται στο συμβολικό».[7] Οι ενορμήσεις ζωής, που πάει να πει επίσης η απόλαυση, ανάγονται τώρα σε ένα φαντασιακό που έχει κάπως χάσει τον πρώτο δομικό χαρακτήρα του. Αντίθετα, η ενόρμηση θανάτου σημαδεύει το υποκείμενο και το σώμα του μέσω της διαμεσολάβησης του σημαίνοντος. Πρόκειται για αυτό που αναπτύσσει ο Λακάν στο Λειτουργία και Πεδίο: «το σύμβολο εκδηλώνεται πρώτα ως φόνος του πράγματος».[8] Αυτός ο θάνατος θεμελιώνει «τη διαιώνιση της επιθυμίας» και υπερβαίνει το καθαρό έμβιο ζώο : «Ο Εμπεδοκλής, πηδώντας μέσα στην Αίτνα, αφήνει εσαεί χαραγμένη στη μνήμη των ανθρώπων αυτή τη συμβολική πράξη του προς-θάνατο-είναι-του».[9]

Το σώμα υφίσταται τις θανατηφόρες επιπτώσεις του σημαίνοντος. Το λακανικό δόγμα του σημαίνοντος «εγκαθιδρύει την παρουσία στο φόντο της απουσίας, όπως […] θεμελιώνει την απουσία μέσα στην παρουσία».[10] Ο ελέφαντας στο εξώφυλλο του Σεμιναρίου Ι το μαρτυρά, η λέξη έχει συνέπειες πάνω στο πραγματικό της ζωής: «Και μόνο με τη λέξη “ελέφαντας” και τον τρόπο που την χρησιμοποιούν οι άνθρωποι συμβαίνουν πράγματα στους ελέφαντες, ευνοϊκά ή δυσμενή,  ευοίωνα ή δυσοίωνα – σε κάθε περίπτωση, πάντως, καταστροφικά – πριν ακόμα αρχίσουμε να προτάσσουμε ένα τόξο ή ένα τουφέκι προς εκείνους.»[11]

Είναι το αποτέλεσμα της απονέκρωσης που επιβάλλει το σημαίνον στη ζωή, με τη διπλή επίπτωση πάνω στο σώμα, του συμβολικού θανάτου μέσα στη ζωή και της συμβολικής ζωής μέσα στον θάνατο. Έτσι το διατυπώνει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ στη Λακανική βιολογία: «Ο συμβολικός θάνατος νοείται από αυτή την άποψη από τη μια πλευρά ως άρνηση της βιολογικής ζωής, όπως το μαρτυρά η πράξη αυτοκτονίας, αλλά επίσης ως επιβεβαίωση της συμβολικής ζωής πέραν της βιολογικής ζωής».[12] Είναι εσαεί παρών ο Εμπεδοκλής.    

Η ταφή είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα. Το νεκρό σώμα δεν είναι απλώς ένα ψοφίμι. Το σημαίνον το εξύψωσε σε μια μοναδική διάσταση, που αξίζει να δεχθεί την οργάνωση μιας κηδείας. Η ταφή σηματοδοτεί μια μονιμότητα του σώματος πέραν της ζωής. Είναι μάλιστα για τον Λακάν «το πρώτο σύμβολο όπου μπορούμε να αναγνωρίσουμε την ανθρωπότητα μέσα στα ερείπιά της»,[13] δηλαδή το σημάδι ότι η ζωή και το σώμα είναι στο εξής σημαδεμένα από το σημαίνον, αντίθετα από τη ζωή των ζώων. Ένα Σ1 σημαδεύει το υποκείμενο, απολιθώνοντάς το ταυτόχρονα. «Αυτό το Σ1 είναι η πέτρα του έμβιου, αυτό πραγματοποιεί τη σημαίνουσα απολίθωση, που εξάλλου ενσαρκώνεται σε ένα σχεδόν παγκόσμιο έθιμο, αυτό του μνήματος, της ταφόπετρας».[14]

Στο βιβλίο του Το αντίθετο της βιοπολιτικής,[15] ο Ερίκ Λοράν υπογραμμίζει ότι ο Λακάν καθιστά την ταφή «τη στιγμή εκείνη κατά την οποία υπήρξε η ανάδυση του ομιλούντος όντος»[16] και ότι με αυτό τον τρόπο προέβλεψε τη θέση πολλών ειδικών των προϊστορικών χρόνων σήμερα. Η γλώσσα αρχίζει με αυτή την ιδιαίτερη μεταχείριση των νεκρών σωμάτων. Η ταφή είναι έτσι μία γραφή, σχολιάζει ο Ερίκ Λοράν: «Σε αυτή την ταφική γραφή, το σώμα γίνεται εγγεγραμμένη απουσία γύρω από την οποία παρατάσσονται και εναποτίθενται τα αντικείμενα απόλαυσης».[17]

Δείχνει επίσης τη στροφή  που θα συντελεστεί στον Λακάν με τη Ραδιοφωνία: «Στη Ραδιοφωνία, ο Λακάν αρθρώνει απόλαυση και σώμα με αφετηρία τη θεωρία των συνόλων. Έτσι, η ταφή δεν είναι πλέον ούτε μεσολάβηση ούτε διαιώνιση. Επιτρέπει να δώσουμε μια λογική μορφή στην υπερβολή της οποίας είναι φορείς τα αντικείμενα απόλαυσης στη σχέση τους με τις οπές μέσω των οποίων η απόλαυση εισέρχεται στο σώμα».[18]

Έχω ένα σώμα

Έχουμε ένα σώμα, δεν είμαστε ένα σώμα. Αυτή η διατύπωση είναι σταθερή στον Λακάν. Ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ επισημαίνει ότι την βρίσκουμε ήδη στο Σεμινάριο ΙΙ, αλλά επίσης σε ένα από τα τελευταία του κείμενα, το «Τζόυς το Σύμπτωμα».[19] Ότι «το έχουμε» πάει να πει επίσης ότι το υποκείμενο δεν είναι ποτέ εξ ολοκλήρου σίγουρο για το σώμα του. Το σώμα μπορεί να μοιάζει λίγο παράξενο, αν όχι ξένο προς το υποκείμενο. Δεν το ελέγχει πραγματικά, και το σώμα κάνει καμιά φορά του κεφαλιού του.

Αυτό αληθεύει ήδη στη νεύρωση. Τα ιδιαίτερα σημάδια απόλαυσης μοιάζουν πιο ισχυρά από το υποκείμενο. Η ανορεξία, για παράδειγμα, μαρτυρά την ενορμητική επένδυση του στοματικού αντικειμένου ή του αντικειμένου τίποτα.

Αυτό το χωρισμένο από το υποκείμενο σώμα είναι ακόμα περισσότερο έτσι στην ψύχωση, όπου μπορούμε να συναντήσουμε φαινόμενα αποσύνδεσης και διάσπασης. Μπορεί επίσης εκεί το σώμα να παρουσιαστεί ως κατακερματισμένο.

Ένα πολύ καλό παράδειγμα αυτής της αποσύνδεσης του σώματος και του είναι του υποκειμένου μας δόθηκε σε ένα κείμενο του Ζακ-Αλέν Μιλέρ για την παρουσίαση ασθενούς του Λακάν[20] που κλείνει με το συμπέρασμα «ασθένεια της διάνοιας». Ας πούμε λίγα λόγια γι’ αυτή την κλινική περίπτωση, την οποία πρέπει να προσμετρήσουμε, σύμφωνα με τον Λακάν, «στον αριθμό αυτών των φυσιολογικών τρελών που συνιστούν το περιβάλλον μας» – πράγμα που θα μας έκανε σήμερα να σκεφτούμε την κανονικόμορφη ψύχωση. Εκείνη η κυρία που παρουσίαζε μία δυσφορία στις κοινωνικές συναναστροφές, όπως και μια δυσφορία απέναντι στον εργοδότη της, η οποία δεν ένιωθε ούτε αληθινή ούτε ψεύτικη άρρωστη, διατύπωσε μια θαυμάσια φράση: «θα ήθελα να ζω σαν ένα ρούχο». Ο Λακάν σχολιάζει λέγοντας: «Αυτό το άτομο δεν έχει την παραμικρή ιδέα για το σώμα που έχει να βάλει μέσα σε αυτό το φόρεμα, δεν υπάρχει κανείς για να κατοικήσει αυτό το ρούχο». Η ασθένεια της διάνοιας αντιτίθεται εδώ στην ασθένεια του Άλλου, η οποία αρθρώνεται με μια βεβαιότητα. Ιδού μια σχέση του υποκειμένου με το σώμα του μέσα στην οποία αντιλαμβανόμαστε τελείως ξεκάθαρα αυτή τη ριζική αποσύνδεση ανάμεσα στο σώμα και το υποκείμενο, ανάμεσα στο Ένα του σώματος και το σημαίνον είναι του υποκειμένου.

Το «έχω ένα σώμα» μπορεί πράγματι να ακουστεί με περισσότερους από έναν τρόπους. Στο Είναι και το Ένα, σχολιάζοντας το κείμενο του Λακάν «Τζόυς το Σύμπτωμα», ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ λέει το εξής: «Το λακανικό υποκείμενο, μπορούμε να πούμε ότι δεν είχε σώμα; Όχι, αλλά δεν είχε παρά ένα σώμα ορατό, συρρικνωμένο […] στη σφοδρότητα της μορφής του […]. Άραγε με την ενόρμηση, τον ευνουχισμό, το αντικείμενο μικρό α, το υποκείμενο ξαναέβρισκε ένα σώμα; Ξαναέβρισκε ένα σώμα μετουσιωμένο […] από το σημαίνον. Πριν την τελευταία διδασκαλία του Λακάν, το σώμα του υποκειμένου ήταν πάντα ένα σώμα σημαινοποιημένο, φερόμενο από τη γλώσσα. Τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά με βάση την εκφώνηση Υπάρχει Ένας [Yadl’Un], διότι το σώμα εμφανίζεται τότε ως ο Άλλος του σημαίνοντος, στο βαθμό που είναι σημαδεμένο, στο βαθμό που το σημαίνον προκαλεί συμβάν σε αυτό.»[21] Δεν είναι πλέον το σώμα ως απονεκρωμένο από το σημαίνον, αλλά το σώμα ως τόπος όπου το χτύπημα του σημαίνοντος παράγει ένα αποτέλεσμα απόλαυσης.

Το σώμα και η απόλαυση

Αφού περάσει από την ικανοποίηση (Στάδιο του καθρέφτη) στη σημασία (Πεδίο και Λειτουργία), ο Λακάν θα επαναφέρει την έμφαση στην ικανοποίηση στην τελευταία περίοδο της διδασκαλίας του. Το υπογραμμίζει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ στη Λακανική Βιολογία: «Αυτό τον οδηγεί, για παράδειγμα, να περάσει από την έννοια της γλώσσας σε εκείνη της γλαλώσσας, δηλαδή να καταθέσει ότι το σημαίνον ως τέτοιο εργάζεται όχι για τη σημασία αλλά για την ικανοποίηση.»[22] Αυτό πάει να πει ότι «εγκαθιστά μια ισοδυναμία ανάμεσα στη σημασία και την ικανοποίηση».[23]

Και ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ αναδεικνύει ότι είναι παρούσες δύο κινήσεις στους δεσμούς ανάμεσα στο σώμα και στο σημαίνον. Καταρχάς, υπάρχει μια σημαινοποίηση του σώματος, που είναι παρούσα από την πρώτη διδασκαλία του Λακάν και της οποίας το μείζον παράδειγμα είναι το σημαίνον του φαλλού, που υψώνει ένα όργανο στη διάσταση του σημαίνοντος. Αλλά υπάρχει επίσης, πρέπει να ληφθεί υπόψη, στον τελευταίο Λακάν, μια σωματοποίηση του σημαίνοντος που είναι, αντίθετα, «το σημαίνον νοούμενο ως κάτι που προσβάλλει το σώμα του ομιλούντος όντος, και το σημαίνον που γίνεται σώμα, θρυμματίζοντας την απόλαυση του σώματος και κάνοντας να ξεπηδήσει το υπερ-απολαμβάνειν, τεμαχίζοντας το σώμα, αλλά μέχρι του σημείου να κάνει να αναβλύσει η απόλαυση, το υπερ-απολαμβάνειν.»[24] Αυτό μας επιτρέπει να αντιληφθούμε ότι το σημαίνον προσβάλλει το σώμα αλλιώς, όχι μέσω ενός παιχνιδιού σημασιών. Πρόκειται για «τη σωματική επίπτωση του σημαίνοντος, δηλαδή όχι τη σημασιολογική του επίπτωση, που είναι το σημαινόμενο, όχι την επίπτωσή του ως υποτιθέμενου υποκειμένου, δηλαδή όχι όλες τις επιπτώσεις αλήθειας του σημαίνοντος, αλλά τις επιπτώσεις απόλαυσης που έχει».[25]

Αυτή η διπλή κίνηση της σημαινοποίησης του σώματος και της σωματοποίησης του σημαίνοντος δίνεται από τον Λακάν στη «Ραδιοφωνία»: «Επανέρχομαι καταρχάς στο σώμα του συμβολικού, που δεν πρέπει να το ακούσουμε καθόλου ως μεταφορά. Απόδειξη ότι μόνο εκείνο απομονώνει το σώμα με την απλοϊκή έννοια, με την έννοια δηλαδή πως το ον που στηρίζεται σε αυτό δεν ξέρει ότι η γλώσσα είναι εκείνη που του το αποδίδει, σε σημείο που δεν θα υπήρχε, αν δεν μπορούσε να μιλήσει για αυτό. Το πρώτο σώμα φτιάχνει το δεύτερο με το να ενσωματώνεται σε αυτό.»[26] Το ον δεν έχει το σώμα του παρά μέσω του γεγονότος της γλώσσας, χωρίς το οποίο δεν θα υπήρχε, αλλά είναι η ενσωμάτωση ή σωματοποίηση του σημαίνοντος που φτιάχνει αυτό το σώμα το οποίο πιάνεται στις επιπτώσεις της απόλαυσης. Αυτή η ενσωμάτωση με την οποία το σημαίνον γίνεται σώμα καθιστά το τελευταίο μια επιφάνεια γραφής όπου το αντικείμενο εγγράφεται εκτός-σώματος αλλά αρθρωμένο στο σώμα, όπως σχολιάζει ο Ερίκ Λοράν.[27]

Είναι το σώμα ως επιφάνεια γραφής, το σώμα το διακοσμημένο με πίρσινγκ ή τατουάζ, είναι το σώμα που υφίσταται τις απαιτήσεις της υγιεινής ή τις αθλητικές δραστηριότητες, είναι το σώμα στο οποίο προστίθενται αντικείμενα απόλαυσης ή το οποίο ενσωματώνει προϊόντα. Αυτή η επιφάνεια εγγραφής είναι έτσι ταυτόχρονα εκτός σώματος και αρθρωμένη στο σώμα. Αυτό το σώμα που θίγεται από το σημαίνον εκτός νοήματος προσβάλλεται επίσης από σωματοσυμβάντα.

Από το σύμπτωμα που μιλάει στο σύμπτωμα που γράφεται

Το φροϋδικό σύμπτωμα, που έχει αντληθεί από τις υστερικές, είναι ένα σύμπτωμα που μιλάει μέσα στο σώμα, που πρέπει να αποκωδικοποιηθεί για να αποκαλύψει την αλήθεια του. Επικοινωνεί και εμπλέκει το «δύο». «Του δίνουμε ένα νόημα αλήθειας, το ερμηνεύουμε», λέει ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ.[28]

Η αντιστροφή που επιτελείται στον τελευταίο Λακάν μας προσκαλεί όχι πια να ακούμε το σύμπτωμα, αλλά να το διαβάζουμε. Το σύμπτωμα δεν είναι πλέον αλήθεια, ανάγεται «στον αρχικό του τύπο, δηλαδή στην υλική συνάντηση ενός σημαίνοντος και ενός σώματος, στην καθαρή πρόσκρουση της γλώσσας πάνω στο σώμα»,[29] Δεν στοχεύεται πλέον η αλήθεια του συμπτώματος με την ερμηνεία, αλλά είναι το πραγματικό του, το σύμπτωμα που διαβάζεται. Στο γράμμα, δεν βρίσκουμε το είναι του σημαίνοντος, αλλά ένα πραγματικό.

Μπορούμε να διαβάσουμε, έτσι, τη σύντομη ακολουθία των γεγονότων που περιγράφει ο Τζόυς στο πορτραίτο του καλλιτέχνη και που ο Λακάν σχολιάζει στο τελευταίο μάθημα του Σεμιναρίου ΧΧΙΙΙ.[30] Κάποιος με το όνομα Ήρων, υποβοηθούμενος από συμμαθητές του, τον χτύπησε, αλλά αμέσως μετά την περιπέτεια «ο Τζόυς αναρωτιέται πάνω στο γεγονός ότι, άπαξ και τελείωσε το περιστατικό, δεν κράτησε κακία στον δράστη. […] Σημειώνει ότι όλο το συμβάν απορρίφθηκε σαν φλούδα.»[31] Και ο Λακάν σχολιάζει : «Η μαρτυρία του δεν αφορά απλώς τη σχέση του με το σώμα του, αλλά, αν μπορώ να το πω έτσι, την ψυχολογία αυτής της σχέσης [δηλαδή] την ταραγμένη εικόνα που έχουμε για το δικό μας σώμα.»[32] Το ελλιπές εγώ του Τζόυς κάνει ώστε αυτή η εικόνα να μην κρατάει, είναι ένα «παράτημα, μια εγκατάλειψη της σχέσης με το ίδιο σώμα.»[33] Χωρίς σύνδεση με την εικόνα, ο Τζόυς κατασκευάζει ένα υποκατάστατο εγώ μέσω της γραφής.

«Το ομιλ-όν λατρεύει το σώμα του διότι πιστεύει ότι το έχει», λέει ο Λακάν, που προσθέτει: «Η λατρεία είναι η μόνη σχέση που το ομιλ-όν έχει με το σώμα του.»[34] Η λατρεία, το ότι δηλαδή το λατρεύει, είναι αγάπη, ακριβέστερα αυτό που αποκαλείται αγάπη για τον εαυτό, όταν πρόκειται για την αγάπη του δικού του σώματος, για την αγάπη του ιδίου σώματος. Είναι η μόνη «ψυχική συνοχή» του ομιλούντος όντος, διότι το φυσικό του σώμα μπορεί να «την κάνει ανά πάσα στιγμή». Αυτό που χαρίζει αυτή την ψυχική συνοχή είναι πράγματι η ιδία αγάπη του σώματος, η αγάπη του εαυτού για το σώμα, η ιδέα που έχουμε για το δικό μας σώμα και από την οποία κρατιόμαστε. Αυτό είναι που στον Τζόυς δεν κρατάει και πέφτει σαν τη φλούδα ώριμου φρούτου.

Το σωματοσυμβάν

Ο Ζακ-Αλέν Μιλέρ υπογραμμίζει δύο ορισμούς του συμπτώματος. Από τη μια πλευρά, «το σύμπτωμα είναι έλευση μιας σημασίας. Ως τέτοιο είναι εξόχως ερμηνεύσιμο. Αυτός ο ορισμός δεν λέει κάτι άλλο».[35] Πρόκειται για το κλασικό σύμπτωμα με τις επιπτώσεις αλήθειας που έχει. Από την άλλη πλευρά, «ο ορισμός του συμπτώματος ως σωματοσυβάντος που προώθησα είναι αναγκαίος και αναπόφευκτος, καθόσον το σύμπτωμα καθαυτό συνιστά μια απόλαυση». Αυτός ο ορισμός «καθιστά πιο προβληματικό το καθεστώς της ερμηνείας που μπορεί να απαντήσει σε αυτό».[36] 

Από τη στιγμή που το σύμπτωμα κυριεύεται από την απόλαυση και προσβάλλει το σώμα «στον βαθμό που αυτό απολαμβάνεται»,[37] είναι σωματοσυμβάν. Και αναπτύσσεται στη συνέχεια ως νόημα. Αλλά στη ρίζα του είναι «καθαρή επανάληψη του Ενός της απόλαυσης που ο Λακάν αποκαλεί σύνθωμα».[38] Το Ένα επανέρχεται μέσα στην επανάληψη, και υπάρχει το σώμα που εμφανίζεται ως Άλλος,[39] καθώς το σωματοσυμβάν είναι η σύνδεση του Ενός και του σώματος.

Το συμβάν δεν είναι μάρτυρας μιας αλήθειας που πρέπει να αποκαλυφθεί. Παραπέμπει περισσότερο στην υπερβολή, την έκπληξη και την ενδεχομενικότητα της συνάντησης. Δεν αφήνει χώρο στην ερμηνεία με όρους σημασιών. Το ζήτημα, επομένως, είναι να μείνουμε σε απόσταση από το νόημα. «Πράγματι, κατά την ακρόαση, παρουσιάζονται πρώτα σημασίες, αυτές είναι που σας κυριεύουν και σας εμποτίζουν. Είναι ήδη πολύ σπουδαίο να καταφέρετε να αποκοπείτε αρκετά από αυτές, ώστε να απομονώσετε εκεί τα σημαίνοντα, και να ερμηνεύετε, όχι με αφετηρία τη σημασία, αλλά την απλή ομοηχία, όχι με αφετηρία το νόημα αλλά τον ήχο. Σε κάποιες περιπτώσεις, αυτή η ερμηνεία μπορεί τελικά να αναχθεί στο να κάνει να αντηχεί ο ήχος, χωρίς κάτι περισσότερο».[40]     

 

Μετάφραση

Ελένη Μόλαρη, Ελένη Τέντσου


[1] J. Lacan, Le symbolique, l’imaginaire et le réel, Διάλεξη της 8ης Ιουλίου 1953 στο νοσοκομείο Σαιντ-Αν, για την έναρξη των δραστηριοτήτων της Société française de psychanalyse.

[2] J. Lacan, «Fonction et champ de la parole et du langage», στο Écrits, σ. 269.  [ελλ. έκδ.: Ζ. Λακάν, Λειτουργία και Πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση, μτφρ. Νασία Λινάρδου-Μπλανσέ, Ρεζινάλντ Μπλανσέ, Εκκρεμές, Αθήνα 2005, σ. 110.]

[3] J.-A. Miller, «Biologie lacanienne et événement de corps», La cause freudienne, 44, σ. 5-45.

[4] Στο ίδιο, σ. 19.

[5] Στο ίδιο, σ. 20.

[6] J. Lacan, «Le stade du miroir»,  στο Ecrits, σ. 93-100.

[7] J.-A. Miller, «Biologie lacanienne et événement de corps»,ό.π., σ. 20.

[8] J. Lacan, «Fonction et champ de la parole et du langage», ό.π., σ. 319.  [ελλ. έκδ.: Ζ. Λακάν, Λειτουργία και Πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση, ό.π., σ. 200.]

[9] Στο ίδιο, σ. 320. [Στο ίδιο, σ. 201.]

[10] J. Lacan, «La direction de la cure», στο Ecrits, σ. 594.

[11]J. Lacan, Séminaire I, Les écrits techniques de Freud, σ. 201.  

[12] J.-A. Miller, «Biologie lacanienne et événement de corps», ό.π., σ. 21.

[13] J. Lacan, «Fonction et champ de la parole et du langage», ό.π., σ. 319.  [ελλ. έκδ.: Ζ. Λακάν, Λειτουργία και Πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας στην ψυχανάλυση, ό.π., σ. 201.]

[14]J.-A. Miller, «Biologie lacanienne et événement de corps», ό.π., σ. 17.

[15] E. Laurent, «L’envers de la biopolitique, une écriture pour la jouissance», Navarin ◊ Le Champ freudien, Παρίσι 2016.

[16] Στο ίδιο, σ. 35.

[17] Στο ίδιο, σ. 39.

[18] Στο ίδιο, σ. 39.

[19]J.-A. Miller, «Biologie lacanienne et événement de corps», ό.π., σ. 9. Πρβλ. J. Lacan, Le Séminaire, livre II, Le moi dans la théorie de Freud et dans la technique psychanalytique, σ. 93, και «Joyce le Symptôme», στο Autre écrits.

[20] J.-A. Miller, «Enseignements de la présentation de maladies», Ornicar 10, Ιούλιος 1977.

[21] J.-A. Miller, «L’ être et l’ un», ανέκδοτο, μάθημα 12.

[22] J.-A. Miller, «Biologie lacanienne et événement de corps», ό.π., σ. 23.

[23] Στο ίδιο, σ. 23.

[24] Στο ίδιο, σ. 44.

[25] Στο ίδιο, σ. 44.

[26] J. Lacan, «Radiophonie»,  στο Autres ecrits, σ. 409.

[27] E. Laurent, «L’envers de la biopolitique, une écriture pour la jouissance», σ. 34-35.

[28] J.-A. Miller, «Lire un symptôme», Mental 26, σ. 54.

[29] Στο ίδιο, σ. 58.

[30] J. Lacan, Le Séminaire, livre XXIII, Le sinthome.

[31] Στο ίδιο, σ. 148-149.

[32] Στο ίδιο, σ. 149.

[33] Στο ίδιο, σ. 150.

[34] Στο ίδιο, σ. 66.

[35] J.-A. Miller, «Biologie lacanienne et événement de corps», ό.π., σ. 18.

[36] Στο ίδιο.  

[37] J.-A. Miller, «L’ être et l’ un», ανέκδοτο, μάθημα 9.

[38] Στο ίδιο.

[39] Στο ίδιο, μάθημα 13.

[40] Στο ίδιο, μάθημα 8.

 

 

 

Links

Grafosfera
Lacan TV
Radio Lacan
Lacan Quotidien
 

H Παγκόσμια Εταιρεία Ψυχανάλυσης και οι Σχολές